αερισμός


αερισμός
Προφορά

Ετυμολογία
αερισμός αερίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αερισμός

✦ έκθεση αντικειμένων στον αέρα
✦ ανανέωση του αέρα σε κλειστό χώρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.