αερικός
Προφορά
Ετυμολογία
αερικός αέρας
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αερικός -ή, -ό
✦ ευάερος: ψηλοτάβανα κι αερικά δωμάτια (Οδ. Ελύτης)
✦ το ουδ. αερικό κ. αγερικό ως ουσ., ξωτικό, στοιχειό, φάντασμα: και σε δέντρα γέρικα, είδα κι είδα αγερικά (Ζ. Παπαντωνίου)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–