αδράχτι


αδράχτι
Προφορά

Ετυμολογία
αδράχτι μεταγενέστερη ελληνική ἀτράκτιον, υποκοριστικό του αρχαίου ελληνικού ἄτρακτος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αδράχτι

✦ όργανο για το κλώσιμο υφαντικού υλικού: έστριβε το μαλλί με το χρυσό της τ’ αδράχτι (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.