αγρεύω


αγρεύω
Προφορά

Ετυμολογία
αγρεύω αρχαία ελληνική ἀγρεύω

Ερμηνεία
ρήμα αγρεύω

✦ κυνηγώ ή ψαρεύω
(μτφ. ) αποσπώ τεχνηέντως μυστικά από κάποιον, ψαρεύω κάποιον, του παίρνω λόγια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.