αγαλματολάτρης


αγαλματολάτρης
Προφορά

Ετυμολογία
αγαλματολάτρης άγαλμα + λάτρης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αγαλματολάτρης

✦ αυτός που λατρεύει αγάλματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.