αβρόμιστος


αβρόμιστος
Προφορά

Ετυμολογία
αβρόμιστος ἀ στερητικό + βρομίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αβρόμιστος -η, -ο
✦ ο καθαρός, που δεν έχει βρομιστεί

Συνώνυμα
αλέρωτος
Αντίθετα
βρομισμένος, βρόμικος
Επιρρήματα
αβρόμιστα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.