αβλεψία


αβλεψία
Προφορά

Ετυμολογία
αβλεψία μεταγενέστερη ελληνική ἀβλεψία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αβλεψία
✦ σφάλμα από απροσεξία

Συνώνυμα
παραδρομή, παρόραμα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.