αίνος


αίνος
Προφορά

Ετυμολογία
αίνος αρχαία ελληνική αἶνος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αίνος

✦ έπαινος, εγκώμιο, ύμνος
✦ (εκκλησ.) πληθ. αίνοι, οι τελευταίοι ψαλμοί του Δαβίδ (βλ. κύρια ονόματα), στους οποίους επαναλαμβάνεται πολλές φορές η φρ. «αἰνεῖτε τον Κύριον»

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.