αίγλη


αίγλη
Προφορά

Ετυμολογία
αίγλη αρχαία ελληνική αἴγλη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αίγλη

✦ φως, λάμψη, ακτινοβολία
(μτφ. ) δόξα, γοητεία
✦ ο φωτοστέφανος των αγίων στην εκκλησιαστική ζωγραφική

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.