ίνα


ίνα
Προφορά

Ετυμολογία
ίνα αρχαία ελληνική ἴς, ἰνός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ίνα

✦ πολύ λεπτή κλωστή
✦ καθένα από τα λεπτότατα νημάτια που, κατά δέσμες, αποτελούν ζωικό, φυτικό ή ορυκτό σώμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.