ένυλος
Προφορά
Ετυμολογία
ένυλος αρχαία ελληνική ἔνυλος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ένυλος -η, -ο
✦ που περιέχεται στην ύλη, στο σώμα: αν παύαμε να έχομε τον έρωτα της ένυλης μορφής, που αυτή εκφράζει μαζί και το ωραίο και το ιερό και το αληθινό, θα παύαμε να είμαστε Έλληνες (Κ. Τσάτσος)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
άυλος
Επιρρήματα
–