έλυτρο
Προφορά
Ετυμολογία
έλυτρο αρχαία ελληνική ἔλυτρον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το έλυτρο
✦ περίβλημα, θήκη
✦ (ειδ.) το λεπτό κεράτινο κάλυμμα των φτερών των εντόμων
✦ (ανατομ.) περίβλημα από πυκνό ιστό που περικαλύπτει διάφορα όργανα και κυρίως μυς και τένοντες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–