άχνισμα


άχνισμα
Προφορά

Ετυμολογία
άχνισμα αχνίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το άχνισμα

✦ η έκθεση στην επίδραση ατμού ή άλλων αναθυμιάσεων
✦ το αποτέλεσμα του αχνίζω (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.