άσπρα


άσπρα
Προφορά

Ετυμολογία
άσπρα μεσαιωνική ελληνική ἄσπρον, └ουδ┘ του επιθέτου ἄσπρος

Ερμηνεία
άσπρα

✦ ουσ. χρήματα, η χρηματική περιουσία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.