άρπα


άρπα
Προφορά

Ετυμολογία
άρπα └ιταλ┘arpa

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η άρπα

✦ έγχορδο μουσικό όργανο τριγωνικού σχήματος, που παίζεται με τα δάχτυλα και των δύο χεριών: γλυκά σαν άρπα αιολική τραγούδησεν ο κάμπος (Ν. Λαπαθιώτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.