άρμεγμα


άρμεγμα
Προφορά

Ετυμολογία
άρμεγμα αρμέγω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το άρμεγμα

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αρμέγω: το άρμεγμα της γίδας
✦ (κ. μτφ.) εκμετάλλευση συστηματική, απόσπαση χρημάτων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.