άπιοτος
Προφορά
Ετυμολογία
άπιοτος ἀ στερητικό + πίνω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ άπιοτος -η, -ο
✦ που δεν τον ήπιαν: άπιοτο έμεινε το κρασί
✦ που δεν ήπιε, νηφάλιος: δεν έτυχε μέρα που να ‘ρθει στη δουλειά του άπιοτος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
πιωμένος
Επιρρήματα
–