άπαυτος


άπαυτος
Προφορά

Ετυμολογία
άπαυτος αρχαία ελληνική ἄπαυστος

Ερμηνεία
άπαυτος

✦ κ. -στος, -η, -ο επίθ. (Κ άπαυστος, -ος, -ον) συνεχής, αδιάκοπος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
άπαυτα (Κ απαύστως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.