άμαξα


άμαξα
Προφορά

Ετυμολογία
άμαξα αρχαία ελληνική ἅμαξα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η άμαξα

✦ ιππήλατο όχημα, αμάξι: ώρα προσμένει μοναχή η άμαξα κάτω απ’ τη βροχή (Τέλλος Άγρας)
✦ βαγόνι
✦ φρ. τα εξ αμάξης, βρισιές, χυδαιολογίες («του ‘συρε τα εξ αμάξης»)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.