άλμπουμ
Προφορά
Ετυμολογία
άλμπουμ λατ. album, └ουδ┘ του επιθέτου albus (= λευκός)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το άλμπουμ
✦ λεύκωμα, τετράδιο ή βιβλίο με λευκά φύλλα, όπου γράφονται αναμνηστικοί στίχοι, αποφθέγματα κλπ.
✦ συλλογή σε βιβλίο εικόνων, φωτογραφιών ή δίσκων με τραγούδια
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–