άκοσμος
Προφορά
Ετυμολογία
άκοσμος αρχαία ελληνική ἄκοσμος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ άκοσμος -η, -ο
✦ ο χωρίς τάξη, άτακτος, ακατάστατος
✦ ο χωρίς κοσμιότητα, ανάρμοστος
Συνώνυμα
αδιευθέτητος, άτσαλος ,ανοίκειος, απρεπής
Αντίθετα
κόσμιος, ευπρεπής
Επιρρήματα
άκοσμα (Κ ακόσμως)