άθολος


άθολος
Προφορά

Ετυμολογία
άθολος μεταγενέστερη ελληνική ἄθολος

Ερμηνεία
επίθετο┘ άθολος -η, -ο

✦ όχι θολός, ο διαυγής: καθρέφτη μ’ άθολο γυαλί, μη φέξεις αλλουνού να δει (δημ. τραγ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.