άγονος
Προφορά
Ετυμολογία
άγονος αρχαία ελληνική ἄγονος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ άγονος -η, -ο
✦ ο στείρος, που δε γεννά
✦ (για τόπο) ο όχι γόνιμος, που η καλλιέργειά του δεν αποδίδει
✦ (για ενέργειες, προσπάθειες, αγώνες) που δε φέρνει αποτέλεσμα, που δεν έχει επιτυχία
✦ άγονη γραμμή, χρησιμοποιείται για επιχορηγούμενη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση, ιδ. με πλοίο, περιοχών που έχουν λιγοστή κίνηση
Συνώνυμα
άκαρπος, άφορος ,ανώφελος, μάταιος
Αντίθετα
εύφορος, καρπερός
Επιρρήματα
–