φασίζω


φασίζω
Προφορά

Ετυμολογία
φασίζω φασίστας• πρβλ. └γαλλ┘ fasciser

Ερμηνεία
ρήμα φασίζω

✦ είμαι ή γίνομαι φασίστας, έχω φασιστικές αντιλήψεις: φασίζουσα νοοτροπία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.