pensionary Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply pensionaryΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/pensionary.mp3{‘penʃə,nerı} (Επίθετο)● δικαιούμενος συντάξεως Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση