pedicel Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply pedicelΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/p/pedicel.mp3{‘pedısəl} (Ουσιαστικό)● μίσχος άνθους● κοτσάνι Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση