krone Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply kroneΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/k/krone.mp3{‘krəʋnə} (Ουσιαστικό)● δανικό νόμισμα● νορβηγικό νόμισμα Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση