χειρίζομαι


χειρίζομαι
Προφορά

Ετυμολογία
χειρίζομαι μέσ. του αρχαίου ελληνικού χειρίζω

Ερμηνεία
ρήμα χειρίζομαι

✦ χρησιμοποιώ όργανο ή μηχάνημα με το χέρι: χειρίζομαι τον ηλεκτρονικό υπολογιστή – χειρίζεται τη σπάτουλα επιδέξια
(μτφ. ) διεξάγω: άλλοι χειρίζονται αυτές τις υποθέσεις
(μτφ. ) χρησιμοποιώ κάτι: ξέρει να χειρίζεται το σκληρό υλικό και να το μεταμορφώνει
✦ (μτφ. για γλώσσα): χειρίζεται καλά την αγγλική
(μτφ. ) ελέγχω, αντιμετωπίζω πρόσωπο, κατάσταση ή πράγμα: δεν ξέρει να χειριστεί τα παιδιά της – δεν ξέρω πώς να το χειριστώ το θέμα αυτό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.