χαρτί


χαρτί
Προφορά

Ετυμολογία
χαρτί μεσαιωνική ελληνική χαρτίν

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χαρτί

✦ φύλλο από βιομηχανοποιημένη φυτική ουσία, που χρησιμοποιείται ιδίως για γραφή ή εκτύπωση, αλλά και για ποικίλες άλλες χρήσεις
✦ κάθε επίσημο έγγραφο
✦ τραπουλόχαρτο
✦ πληθ. τα χαρτιά, η χαρτοπαιξία
✦ φρ. του τα ‘πε χαρτί και καλαμάρι, του μετέδωσε με ακρίβεια όσα ειπώθηκαν από άλλους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.