χαλασμένος


χαλασμένος
Προφορά

Ετυμολογία
χαλασμένος μτχ. παθ. πρκμ. του ρήματος χαλώ

Ερμηνεία
χαλασμένος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. κατεστραμμένος
✦ αλλοιωμένος
✦ διεφθαρμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.