φυλετικός
Προφορά
Ετυμολογία
φυλετικός αρχαία ελληνική φυλετικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ φυλετικός -ή, -ό
✦ ο αναφερόμενος σε φυλή ή στις σχέσεις μεταξύ φυλών: φυλετικές διακρίσεις
✦ ο αναφερόμενος στο φύλο: φυλετικά χαρακτηριστικά
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–