φιγούρα
Προφορά
Ετυμολογία
φιγούρα └ιταλ┘figura
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φιγούρα
✦ μορφή, σχήμα
✦ εικονογραφημένο χαρτί της τράπουλας
✦ (μουσ.) σύνολο από μελωδικά ή ρυθμικά στοιχεία
✦ (χορογρ.) χορευτική παραλλαγή
✦ (ναυτ.) ακρόπρωρος
✦ (μτφ. ) εντύπωση από το παρουσιαστικό, από την ευπρόσωπη εμφάνιση: φρ. κάνει φιγούρα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–