υποτιμώ
Προφορά
Ετυμολογία
υποτιμώ αρχαία ελληνική ὑποτιμῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ υποτιμώ -άς, -ά
✦ υποβιβάζω, μειώνω την τιμή πωλήσεως
✦ κρίνω, θεωρώ κάποιον ή κάτι κατώτερο από την πραγματική του αξία ή σημασία: μην υποτιμάς τους αντιπάλους σου – τους κινδύνους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ανατιμώ, υπερτιμώ
Επιρρήματα
–