τραπεζαρία


τραπεζαρία
Προφορά

Ετυμολογία
τραπεζαρία μεσαιωνική ελληνική τραπεζαρία, └θηλ┘ του τραπεζάρης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τραπεζαρία

✦ αίθουσα ξενοδοχείου, ιδρύματος κτλ., όπου σερβίρεται φαγητό
✦ δωμάτιο για φαγητό
✦ το σύνολο των επίπλων του δωματίου αυτού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.