τάιμ άουτ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τάιμ άουτΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τάιμ άουτ.mp3Ετυμολογίατάιμ άουτ └αγγλ┘time-out Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το τάιμ άουτ ✦ σύντομο διάλειμμα κατά τη διεξαγωγή του αγώνα σε ομαδικό άθλημα (π.χ. μπάσκετ) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–