σχέδιο


σχέδιο
Προφορά

Ετυμολογία
σχέδιο αρχαία ελληνική σχέδιον, └ουδ┘ του επιθέτου σχέδιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σχέδιο

✦ παράσταση αντικειμένου με γενικές γραμμές σε χαρτί ή άλλη επιφάνεια
✦ γραμμικό ποίκιλμα σε ύφασμα κτλ.
✦ σχήμα σύμφωνα με το οποίο έγινε κάτι, ρυθμός, τύπος, καλούπι
✦ η πρώτη, ανεπεξέργαστη διατύπωση γραπτού κειμένου: σχέδιο νόμου (νομοσχέδιο)
(μτφ. ) προκαθορισμός του τρόπου ενέργειας ή εγχειρήματος
✦ πρόθεση, επιδίωξη, σκοπός: τα σχέδια της ζωής σου που βγήκαν όλα πλάνες (Κ. Καβάφης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.