σφήκα


σφήκα
Προφορά

Ετυμολογία
σφήκα αρχαία ελληνική ὁ σφήξ

Ερμηνεία
σφήκα

✦ (Κ ο,η σφηξ, -ηκός) είδος εντόμου με φαρμακερό κεντρί: εδώ βουΐζει μέλισσα, εκεί σφήκα (Λ. Μαβίλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.