συστηματικός


συστηματικός
Προφορά

Ετυμολογία
συστηματικός μεταγενέστερη ελληνική συστηματικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ συστηματικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος σε σύστημα που ενεργεί ή γίνεται σύμφωνα με κάποιο σύστημα

Συνώνυμα
μεθοδικός
Αντίθετα

Επιρρήματα
συστηματικά (Κ συστηματικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.