σηψαιμία


σηψαιμία
Προφορά

Ετυμολογία
σηψαιμία σήψις + αίμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σηψαιμία

(ιατρ.) γενική λοίμωξη που προκαλείται από την είσοδο στο αίμα και τον πολλαπλασιασμό παθογόνων μικροβίων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.