σε


σε
Προφορά

Ετυμολογία
σε μεσαιωνική ελληνική σÝ

Ερμηνεία
σε

✦ πρόθ. συντάσσεται 1. με αιτιατική και δηλώνει: α) μετάβαση, κίνηση, διεύθυνση προς κάτι (πρόσωπο ή πράγμα) ή το τέρμα: ερχόμαστε σε σένα – από βυθό πέφτει σε βυθό (Διον. Σολωμός) β) στάση ή ενέργεια σε περιοχή: θα παραθερίσουμε σε βουνό – δουλεύει σ’ εργοστάσιο – παίζαμε σε αυλή γ) χρόνο ή προθεσμία: μέσα σε δυο μέρες – τελειώνει σ’ ένα μήνα – σε παλιότερους καιρούς δ) τρόπο: μίλα σε χαμηλότερον τόνο ε) σχέση ή αναφορά: υπερτερεί σε πολλά στ) σκοπό ή αιτία: σε τι αποβλέπουν όλα αυτά; – σε τι ωφελεί ζ) αλλαγή καταστάσεως: με τη δουλειά τους μετατρέψανε τον τόπο σε παράδεισο η) έρεισμα: σε ποιον βασίζεσαι; κτλ. 2. Με αριθμητικά ή με ουσ. που σημαίνουν σύνολο δηλώνει: α) ποσό κατά προσέγγιση: τους λογαριάζω σε χίλιους β) ένωση ή διαίρεση: συγκεντρώθηκαν σε μια ομάδα – χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες γ) αξία, τιμή κτλ. 3. Ελλειπτικά χρησιμοποιείται η πρόθ. με γεν., όταν εννοείται η λέξη σπίτι ή άλλη ανάλογη: μένει σε κάποιου θείου της. Η πρόθεση σε χάνει το ε εμπρός από το τ της γεν. και αιτ. του άρθρου και σχηματίζεται μια λέξη: στο δρόμο – στου πατέρα μου – στις μέρες μας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.