σάπιος


σάπιος
Προφορά

Ετυμολογία
σάπιος σαπίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ σάπιος -ια, -ιο

✦ αλλοιωμένος, αποσυνθεμένος
✦ ο φθαρμένος από την πολυκαιρία
(μτφ. ) ανήθικος, διεφθαρμένος
✦ βλαμμένος από αρρώστιες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.