ραδιοηλεκτρισμός


ραδιοηλεκτρισμός
Προφορά

Ετυμολογία
ραδιοηλεκτρισμός ράδιο- + ηλεκτρισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ραδιοηλεκτρισμός

✦ κλάδος του ηλεκτρισμού που μελετά τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα και τις εφαρμογές τους ιδ. στην ασύρματη τηλεγραφική ή τηλεφωνική επικοινωνία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.