πλατφόρμα


πλατφόρμα
Προφορά

Ετυμολογία
πλατφόρμα └γαλλ┘ plate-forme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πλατφόρμα

✦ εξέδρα ή ταράτσα, επίπεδος χώρος σιδηροδρομικού σταθμού κοντά στις γραμμές και σε υψηλότερο από αυτές επίπεδο, που χρησιμεύει για την επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών
✦ ευρύχωρη καρότσα που ρυμουλκείται
(μτφ. ) το σύνολο των αρχών και θέσεων του προγράμματος πολιτικού κόμματος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.