περιφέρεια


περιφέρεια
Προφορά

Ετυμολογία
περιφέρεια αρχαία ελληνική περιφέρεια

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η περιφέρεια

✦ η γραμμή που διαγράφει κύκλο ή που αποτελεί το εξωτερικό όριο εκτάσεως
(μτφ. ) εδαφική περιοχή, στην οποία ασκείται η δικαιοδοσία μιας αρχής ή συντελείται κάτι καθορισμένο: εκλογική – εκπαιδευτική – διοικητική περιφέρεια
(μτφ. ) εδαφική περιφέρεια μακριά από κέντρο
✦ οι γλουτοί, ιδ. της γυναίκας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.