περιστατικό


περιστατικό
Προφορά

Ετυμολογία
περιστατικό μεταγενέστερη ελληνική περιστατικόν, └ουδ┘ του επιθέτου περιστατικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το περιστατικό

✦ γεγονός, συμβάν: προσπαθεί να μαζέψει περιστατικά, πράγματα και φυσιογνωμίες που αγάπησε (Γ. Σεφέρης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.