περίσταση
Προφορά
Ετυμολογία
περίσταση αρχαία ελληνική περίστασις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η περίσταση
✦ κατάσταση πραγμάτων, το σύνολο των συνθηκών σε δεδομένη στιγμή, συγκυρία: οι περιστάσεις είναι δύσκολες και χρειάζεται ομοψυχία
✦ ευκαιρία: επωφελήθηκε από την περίσταση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–