πειστικός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πειστικόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πειστικός.mp3Ετυμολογίαπειστικός αρχαία ελληνική πειστικός Ερμηνεία└επίθετο┘ πειστικός -ή, -ό ✦ που έχει τη δύναμη, την ικανότητα να πείθει: αντέταξε πειστικά επιχειρήματα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματαπειστικά (Κ πειστικώς)