παρόν


παρόν
Προφορά

Ετυμολογία
παρόν αρχαία ελληνική παρόν, └ουδ┘ της μτχ. παρών του ρήματος πάρειμι

Ερμηνεία
παρόν

✦ ο χρόνος κατά τον οποίο υπάρχομε ή μιλούμε, το τώρα σε αντιδιαστολή προς το παρελθόν και το μέλλον
✦ φρ. προς το παρόν – επί του παρόντος, για την ώρα, προσωρινά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.