πανσέληνος


πανσέληνος
Προφορά

Ετυμολογία
πανσέληνος └θηλ┘ του αρχαίου ελληνικού επιθ. πανσέληνος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πανσέληνος

✦ η σελήνη όταν η ορατή πλευρά της φωτίζεται ολόκληρη από τον ήλιο, ολόγιομο φεγγάρι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.