πάρκο
Προφορά
Ετυμολογία
πάρκο └ιταλ┘parco
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το πάρκο
✦ αλσύλλιο
✦ μεγάλος δενδρόφυτος κήπος για περιπάτους: το χαρούμενο πάρκο είχε πάρει… μια ομορφιά γιορτινή (Λ. Πορφύρας)
✦ μεγάλη περιοχή της οποίας η χλωρίδα και η πανίδα προορίζεται για συστηματική μελέτη και προστασία: θαλάσσιο πάρκο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–